Thursday, May 24, 2007

Το σύμβολο της πίστης και της πίστεως

«Πιστεύω εις ένα Θεόν, πατέρα παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων, κινητών τε και ακινήτων, αξιών και υπεραξιών, πλουσίων τε και πτωχών, περιουσιών τε και πομφολύγων…»

Μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα. Δεν θα τα βάλω πάλι με την πίστη, το Πάσχα πέρασε, αύριο είναι του Θωμά του απίστου, ευλογημένη να είναι η αμφιβολία του, αν και έχει πια δώσει τη θέση της σε δυσάρεστες βεβαιότητες: πάλι πιαστήκαμε Κότσοι, πάλι ανακαλύψαμε (μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου) ότι μας ληστέψανε, με μια ληστεία που θα μείνει ατιμώρητη, όπως έχει μείνει ατιμώρητη στους τρεις και πλέον αιώνες καπιταλισμού που της οφείλει την ύπαρξή του.

Και επανέρχομαι στο αυτοσχέδιο σύμβολο της πίστεως, που στην προκειμένη περίπτωση είναι σύμβολο της πίστης (της τραπεζικής, βεβαίως). Ποιος είναι ο εις Θεός, πατήρ παντοκράτωρ, ποιητής του σημερινού οικονομικού μας σύμπαντος; Το όνομα αυτού είναι δημόσιο χρέος. Το δημόσιο χρέος «είναι το credo του κεφαλαίου», έλεγε ο θείος Κάρολος και δεν ήταν ο μόνος ούτε από τους εχθρούς ούτε από τους φίλους του καπιταλισμού που το επεσήμαινε (τι γοητευτικά παιχνίδια επιφυλάσσει η γλώσσα: credo- credit, πίστη-πίστωση). Καθώς οι μεγάλες αποικιοκρατικές χώρες, από τα τέλη του 17ου αιώνα έμπαιναν γοργά στο γενναίο, νέο κόσμο του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, δύο μηχανισμούς χρησιμοποίησαν ευρύτατα για να συσσωρεύσουν τον τεράστιο πλούτο που έγινε κεφάλαιο, σε όλες τις οβιδιακές τους μεταμορφώσεις (βιομηχανικό, χρηματοπιστωτικό, εφοπλιστικό): το δημόσιο χρέος και το φορολογικό σύστημα. Και οι δύο μηχανισμοί, ήσαν εργαλεία της επίσημης ληστείας εις βάρος των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκαν κάτω από το ιδεολογικό πρόσχημα του προστατευτισμού (πατριωτικός καπιταλισμός γαρ…) αλλά κι η παγκοσμιοποίηση- τόσο η παρούσα όσο και όλες οι προηγούμενες- δεν τους χαλάει καθόλου. Το δημόσιο χρέος υπήρξε το μόνο κομμάτι του εθνικού πλούτου που πραγματικά ανήκε σε όλο το λαό. Όχι μόνο το 17ο, τον 18ο, τον 19ο και τον εικοστό αιώνα, αλλά και σήμερα. Σ’ αυτό εξαντλείται η γενναιοδωρία του καπιταλισμού προς τους παρίες και φτωχοδιάβολούς του. Τους χαρίζει τα χρέη του.

Μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται για τον συνήθη αντικαπιταλιστικό οίστρο μου, ούτε για απόπειρα περιληπτικής ιστορίας του οικονομικού μας πολιτισμού. Αλλά στην ακατάσχετη φλυαρία για τα ομόλογα, στον καταιγισμό στοιχείων, αποκαλύψεων, καταγγελιών που αυγαταίνουν ευθέως ανάλογα με την σύγχυσή μας, ξεχάσαμε το βασικό. Ότι τα κρατικά ομόλογα, δομημένα ή αδόμητα, ρισκαδόρικα ή ασφαλή, μοντέρνα ή συμβατικά, διετή ή αιώνια, διαχειρίζονται το δημόσιο αίσχος που αποκαλείται χρέος. Διαβάστε τι ωραία και γλαφυρά περιγράφει το μηχανισμό της επίσημης αρπαχτής ο θείος Κάρολος (τι να κάνουμε, έχω τις αδυναμίες μου, άλλωστε μόνο χειρότερα θα μπορούσα να το γράψω εγώ): « …Η διόγκωση του δημοσίου χρέους δεν έχει άλλον πιο αλάθητο μετρητή από την προοδευτική άνοδο αυτών των τραπεζών, που η πλήρης ανάπτυξή τους χρονολογείται από την ίδρυση της Τράπεζας της Αγγλίας (1694). Η Τράπεζα της Αγγλίας άρχισε τη δράση της δανείζοντας στην κυβέρνηση τα χρήματά της με τόκο 8%. Ταυτόχρονα είχε εξουσιοδοτηθεί από τη βουλή από το ίδιο κεφάλαιο να κόβει νόμισμα, δανείζοντάς το ακόμη μια φορά στο κοινό με τη μορφή τραπεζογραμματίων. Με τα τραπεζογραμμάτια αυτά είχε το δικαίωμα να προεξοφλεί συναλλαγματικές, να δανείζει επι ενεχύρω εμπορευμάτων και να αγοράζει ευγενή μέταλλα. Δεν πέρασε πολύς καιρός και το πιστωτικό χρήμα που δημιούργησε η ίδια, έγινε το νόμισμα με το οποίο η Τράπεζα της Αγγλίας έδινε δάνεια στο κράτος και πλήρωνε για λογαριασμό του κράτους τους τόκους του δημοσίου χρέους. Και σαν να μην ήταν αρκετό ότι έδινε με το ένα χέρι για να εισπράττει περισσότερα με τα’ άλλο, έμενε, ακόμη και τη στιγμή που εισέπραττε, αιώνιος πιστωτής του έθνους ως την τελευταία πεντάρα που είχε δώσει. Σιγά- σιγά έγινε ο αναπόφευκτος φύλακας του μεταλλικού θησαυρού της χώρας και το κέντρο έλξης όλης της εμπορικής πίστης. Τον ίδιο καιρό που έπαψαν στην Αγγλία να καίνε μάγισσες, άρχισαν να κρεμάνε παραχαράκτες τραπεζογραμματίων»* .

Εδώ τελειώνει ο θείος Κάρολος την καταγραφή της «ληξιαρχικής πράξης γέννησης» των κρατικών ομολόγων και όλου του μηχανισμού διαχείρισης του δημοσίου χρέους (Κουίζ: αλήθεια, γιατί να το λέμε «δημόσιο» αφού είναι κρατικό; Απάντηση: γιατί το κράτος δημιουργεί το χρέος αλλά εμείς, ο δήμος, το πληρώνουμε. Εναλλακτικά μπορείτε να το αποκαλείτε και εθνικό). Ο μηχανισμός από τότε άλλαξε, έγινε πιο σύνθετος, πιο πολύπλοκος, πιο ψηφιακός και προπάντων πιο διεθνής, αφού κάθε έθνος μπορεί είναι πιστωτής ενός άλλου, όπως οι Αμερικανοί είναι χρεωμένοι στους Κινέζους. Και καμιά σημασία δεν έχει ότι οι πρώτοι είναι πλουσιότεροι, ισχύει μάλιστα ακριβώς αυτό, ότι όσο πιο πλούσιο είναι ένα έθνος, τόσο πιο βαθιά βουτηγμένο στο χρέος του είναι. Τι χροίαν άλλη μαρτύρων έχομεν, ο αναπτυξιακός πρωταθλητισμός της Ελλάδας την τελευταία δεκαετία, την περίοδο κατά την οποία υποτίθεται ότι γινόμαστε πλουσιότεροι κατά 4%-5% το χρόνο, είναι συνοδεύτηκε με την εκτίναξη του χρέους στο 117% του ΑΕΠ, αν τα αλογοσκούφεια στοιχεία μας λένε όλη την αλήθεια. Πώς δημιουργήθηκε αυτός ο άθλος; Μα με ομόλογα φυσικά, με ακατάσχετο δανεισμό από κάθε τράπεζα του πλανήτη, κάθε επενδυτικό κεφάλαιο, κάθε θεσμικό ή τυχοδιώκτη κερδοσκόπο που αγοράζει ελληνικό ή κάθε άλλης εθνικότητας χρέος φτηνά για να το πουλήσει ακριβά.

Δεν περιγράφει τίποτε ριζικά διαφορετικό ο κυκεώνας αποκαλύψεων για τα δομημένα ομόλογα που αποκαλείται σήμερα σκάνδαλο. Απλώς, είναι σαν να μας ρίξανε από τα μαλακά στα σκληρά ναρκωτικά, αλλά με διαδικασίες υποχρεωτικού, μαζικού εμβολιασμού. Και οι ντίλερ των σκληρών, ως γνωστόν, είναι αδίστακτοι, δεν έχουν πατριωτικές ή κοινωνικές ευαισθησίες. Αν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση δανείστηκε στη ζούλα 1,8 δισ. ευρώ σε ρισκαδόρικα δομημένα (ή όπως αλλιώς τα λένε τα γ…μένα- το γράφω για να εκτονώσω το συλλογικό μας αίσθημα) ομόλογα, γιατί δεν φρόντισε να τα πουλήσει …στους γείτονες, να έχουμε τουλάχιστον την ψευδαίσθηση ότι δεν συμβάλλουμε στη ληστρική εκμετάλλευση του εαυτού μας; Πώς συνέβη η σύμπτωση και οι μόνοι ιθαγενείς που θαμπώθηκαν από τις χρωματιστές χάντρες ήταν τα εγχώρια ασφαλιστικά ταμεία και ενδεχομένως κάποιες ΔΕΚΟ ή κρατικές τράπεζες; Γιατί πρέπει να αγοράσουμε εμείς, καταναγκαστικά και με τόση χασούρα το χρέος μας; Και γιατί να καταλήξουμε το μόνο έθνος πιστωτής του εαυτού του; Διεκδικούμε το παγκόσμιο πρωτάθλημα βλακείας;

Υπάρχει μια πιο παρηγορητική εξήγηση. Δεν είμαστε εμείς οι βλάκες. Κάποιοι άλλοι έδρασαν, όχι απλά με τους όρους της νομιμοποιημένης ιστορικά, επίσημης ληστείας δια της διαχείρισης του χρέους, αλλά με όρους προχωρημένης απάτης. Κι αφού απέτυχαν να εξαπατήσουν τους ακόμη πιο επιστήμονες στην απάτη επενδυτές της αλλοδαπής, βρήκαν εύκολα θύματα το κατασυκοφαντημένο ασφαλιστικό σύστημα και την εξίσου συκοφαντημένη κρατική οικονομία. Ετσι κι αλλιώς για ξεπούλημα προορίζονται (το οικονομικό σαβουάρ βιβρ απαιτεί να μιλούμε για ιδιωτικοποίηση). Και θα ηχεί ως ειρωνεία της ιστορίας ότι αυτή η παγκόσμια πρωτοτυπία θα έχει το «κοπιράιτ» των σουφραζέτων της διαφάνειας που πνίγονται στον κόπρο που υποσχέθηκαν να καθαρίσουν.

Υπάρχει και ακόμη ηπιότερη εκδοχή, αυτή του υπουργού Οικονομίας- ας κάνουμε τους απόλυτα καλόπιστους και αφελείς κι ας τη δεχτούμε- ότι ο όλος χειρισμός μπορεί απλώς να είναι λανθασμένος, γράψτον στο χιόνι. Αλλά στην πολιτική ισχύει η ηθική του Μέτερνιχ που έλεγε για ανάλογες περιπτώσεις: «Είναι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος!».

Εγκλημα ή λάθος, δεν έχει και τόση σημασία πια. Για τους πολιτικούς του αυτουργούς αξίζει μια τιμωρία. Κι αν-όπως μας θυμίζει ο Μαρξ- στα τέλη του 17ου αιώνα κρέμαγαν τους παραχαράκτες των τραπεζογραμματίων της Τράπεζας της Αγγλίας, τι είδους τιμωρία αξίζει για τους απαλλοτριωτές του ασφαλιστικού μέλλοντος, του δικού μας και των παιδιών μας;

(Μια και το ‘φερε η κουβέντα, κομμένη η πλάκα για τη μεγάλη «μεταρρύθμιση» στο ασφαλιστικό).


ΚΙΜΠΙ

Kibi2g@yahoo.gr


* Καρλ Μάρξ, «Το Κεφάλαιο»

No comments:

Post a Comment