Saturday, July 7, 2007

Έλαφος πηρωθείσα (και πυρωθείσα) (07/07/2007)

«Έλαφος πηρωθείσα τον έτερον των οφθαλμών παρεγένετο εις τινα αιγιαλόν και ενταύθα ενέμετο, τον μεν ολόκληρον προς την γην έχουσα και την των κυνηγών έφοδον παρατηρουμένην τον δεν πεπηρωμένον προς την θάλασσαν. Ένθεν γαρ ουδ’ ένα υφωράτο κίνδυνον. Και δη τινες παραπλέοντες εκείνον τον τόπον και θεασάμενοι αυτήν κατηυστόχησαν. Και επειδή ελιποψύχει, είπε προς αυτήν. Αλλ’ εγώ αθλία, ήτις την γην επίβουλον φυλαττομένη πολύ χαλεπωτέραν έσχον την θάλασσαν εφ’ ην κατέφυγον.

Ούτω πολλάκις παρά την ημετέραν υπόληψιν τα μεν χαλεπά των πραγμάτων δοκούντα είναι ωφέλιμα ευρίσκεται, τα δε σωτήρια νομιζόμενα επισφαλή».

Είχε μια αδυναμία ο Αίσωπος στις ελαφίνες. Ενδεχομένως του άρεσε το κρέας τους. Ψητό στα κάρβουνα ή στη σούβλα. Στα χρόνια του, τα ελάφια δεν ήταν είδος υπό εξαφάνιση, δεν ανήκαν στα προστατευόμενα είδη μαζί με δεκάδες άλλα, από τις αλεπούδες μέχρι τις οχιές κι απ’ τα λιοντάρια μέχρι τους λύκους. Στον μύθο που σας παρέθεσα, σε μια εκδοχή του, η ελαφίνα με το σακατεμένο της ένα μάτι, ας πούμε το αριστερό, προσέχει κατά τη θάλασσα, που τη θεωρεί ακίνδυνη. Με το ακέραιο μάτι της προσέχει τη στεριά, που τη θεωρεί μια περιοχή βέβαιου κινδύνου. Και βοσκάει αμέριμνη. Αλλά το βέλος που την άφησε νεκρή ήρθε από τη θάλασσα. Η σημασία (και οι κίνδυνοί της) φωλιάζει στ’ ανύποπτα.

Είχε μανία ο Αίσωπος στα ελάφια και τα επέλεξε ως πρωταγωνιστές σε αρκετούς από τους μύθους του. Αρνητικούς πρωταγωνιστές. Προφανώς τα θεωρούσε ηλίθια ζώα, υπερβολικά καλόπιστα για να επιβιώσουν, παρά τη γοητεία τους. Αν τ’ αντίκριζε καμένα ή διωγμένα από τον φυσικό τους χώρο στην Πάρνηθα, θα επιβεβαίωνε πλήρως την γνώμη του γι’ αυτά.

Μην έχετε αμφιβολία γι’ αυτό που σας λέω περί Αισώπου. Στη μια περίπτωση, βάζει την ελαφίνα να γίνεται γεύμα του λιονταριού, αφού προηγουμένως η αλεπού την παρασέρνει στη σπηλιά του με την υπόσχεση ότι θα γίνει βασίλισσα του δάσους. Στην άλλη περίπτωση, τη βάζει να κρύβεται πίσω από το φύλλωμα ενός αμπελιού, κυνηγημένη από του ανθρώπους. Τρώει το φύλλωμα, την παίρνουν πρέφα οι κυνηγοί, πάρ’ την κάτω. Στην τρίτη περίπτωση, η έλαφος αισθάνεται περήφανη για τα επιβλητικά της κέρατα, θεωρώντας τα το σημαντικότερο πλεονέκτημα του σώματός της. Όταν όμως την κυνηγά το λιοντάρι, τα κέρατά της μπλέκονται στα κλαδιά ενός δένδρου και η ελαφίνα γίνεται πάλι μεζές.

Αφού, λοιπόν, η ελαφίνα δεν κατάφερνε να επιβιώσει απέναντι στους ανταγωνιστές του φυσικού της χώρου, τα λιοντάρια, τις αλεπούδες, τους λύκους, πώς θα σωζόταν από το θηρίο των θηρίων; Οικονομία της φύσης. Και σπατάλη της.

Αν ζούσε λοιπόν ο Αίσωπος σήμερα, και έχοντας διυλίσει όλες τις ανοησίες που έχουν γραφεί και ειπωθεί για τον θάνατο της Πάρνηθας και του βιότοπου του κόκκινου ελαφιού, υποθέτω πως θα συνέθετε ως εξής τον σχετικό μύθο του:

«Ένα ελάφι κόκκινο, με τρίχωμα στιλπνό και δέρμα διάστικτο από κίτρινες βούλες, ζούσε κάποτε στην Πάρνηθα και είχε πιστέψει ότι είναι το σπανιότερο, γοητευτικότερο, άρα και ιερότερο, είδος της αττικής πανίδας. Είχε πειστεί ότι η διαιώνιση του είδους της ήταν εξασφαλισμένη και, ελλείψει άλλων μεγαλόσωμων θηλαστικών στην περιοχή, θεωρούσε εαυτόν βασιλιά του δρυμού. Ήταν η σταρ του δάσους, το ήξερε και το εκμεταλλευόταν ανάλογα.

«Κοίτα, κοίτα, ένα ελάφι», φώναζαν με ενθουσιασμό οι τζογαδόροι που ανέβαιναν στο καζίνο. Έβγαζαν τα κινητά με τις κάμερες των εκατομμυρίων pixel -«κλικ, κλικ» οι φωτογραφίες- και η έλαφος φρόντιζε να τους προσφέρει την ευκαιρία πριν χαθεί στα δέντρα. Της άρεσε, μεταξύ άλλων, ο ρόλος της ατραξιόν κοντά στο ιδιωτικοποιημένο και αναβαθμισμένο καζίνο.

«Σε πέντε λεπτά από εδώ, είστε στην καρδιά του δρυμού. Αν παρατηρήσετε με προσοχή με τα κιάλια, μπορείτε να δείτε και ελάφια μέσα στο δάσος απ’ το παράθυρό σας», έλεγαν οι μεσίτες στους υποψήφιους αγοραστές οικοπέδων και πολυτελών κατοικιών με πισίνα, γκαζόν, τζακούζι που πολιορκούσαν όλο και πιο στενά τον δρυμό. Η έλαφος, εν μέρει, είχε καταλάβει ότι ήταν μέρος των υπεραξιών του real estate που αναπτύσσονταν εφαπτόμενες του δάσους. Και έπαιζε ανυποψίαστη τον ρόλο της.

«Κύριε, κύριε, ως θαυμαστά τα έργα σου», αναφωνούσαν οι ιερείς, οι μοναχοί και οι μοναχές και οι πιστοί που τα Σαββατοκύριακα έσπευδαν στα μοναστήρια της περιοχής, αδιαμφισβήτητους κατόχους ενός μεγάλου μέρους του δρυμού. Η γοητεία του ελαφιού αποτελούσε ένα ακόμη στοιχείο επιβεβαίωσης της μεταφυσικής τους πίστης. Και η έλαφος αισθανόταν έτσι σαν απεσταλμένη του Θεού, γεγονός που ενίσχυε την έπαρσή της.

«Κι εδώ θα φτιάξουμε ένα ανοικτό πάρκο επαφής με την άγρια φύση της Πάρνηθας. Ο επισκέπτης θα περνά με το αυτοκίνητό του σε μια διαδρομή δύο χιλιομέτρων. Θα μπορεί να παρατηρήσει πουλιά, ζώα και, βέβαια, να σταματήσει και να πλησιάσει τις σταρ μας, τις ελαφίνες. Θα μπορεί ακόμη και να τις ταΐσει. Θα εγκαταστήσουμε και αυτόματα μηχανήματα πώλησης τροφής», εξήγησε ο σύμβουλος του υπουργού που εισηγήθηκε ένα ευρύ σχέδιο τουριστικής αξιοποίησης του δρυμού. Η ελαφίνα ήξερε πάλι ότι θα είναι η σταρ αυτού του πάρκου οικολογικής αναψυχής και δεν είχε σκοπό να φέρει καμιά αντίρρηση ούτε στα ανάλογα λαμπρά σχέδια του καζίνου, ούτε στις βλέψεις των μονών για ενθάρρυνση του θρησκευτικού τουρισμού, ούτε στα σχέδια των συναρμοδίων υπουργείων για αξιοποίηση του όμορου πρώην βασιλικού κτήματος.

Την κολάκευε την ελαφίνα αυτή η πολιορκία του real estate και των τουριστικών υπεραξιών. Όλο και περισσότερο αισθανόταν επίκεντρο αυτού του μοναδικού πλούτου. Και οι τελευταίες αμφιβολίες της εξατμίστηκαν όταν πήρε την κατηγορηματική υπόσχεση από τους διαχειριστές του δάσους: «Ορκιζόμαστε στο χορτάρι που τρως, στο νερό που πίνεις και στη σκιά των δέντρων που σε δροσίζουν ότι τίποτε και κανείς δεν θα βλάψει τον ζωτικό σου χώρο». Και, προς επίρρωση του όρκου τους, την ενημέρωσαν ότι συναρμόδιοι υπουργοί για την προστασία του δρυμού ήταν ο Βύρων και ο Προκόπης. Δεν της έλεγαν κάτι τα ονόματα, αλλά δεν είχε σημασία. Της είπαν επίσης ότι η εταιρεία διαχείρισης του πάρκου «Έλαφος Α.Ε.» θα έμπαινε στο Χρηματιστήριο κι η μετοχή της θα έκανε σουξέ. Κι οι τελευταίοι, ελάχιστοι φόβοι της για τον κίνδυνο πυρκαγιάς κάμφθηκαν όταν οι διαχειριστές την έπεισαν ότι ο Σουφλιάς θα εξέτρεπε ένα μέρος του Αχελώου και στην Πάρνηθα, εξασφαλίζοντας προστατευτική υγρασία στον δρυμό. Το ’χαψε.

Δεν ήταν όλα τα ζώα του δάσους το ίδιο εύπιστα. «Τι βαυκαλίζεσαι, μωρή ηλίθια, με όλα τα φούμαρα που σου πουλάνε; Δεν έρχεσαι να μετακομίσουμε πουθενά πιο βόρεια;», έλεγε στην ελαφίνα η αλεπού, πάντα καχύποπτη, αλλά η έλαφος απαξιούσε και να της απαντήσει, αναγνωρίζοντας μόνο φθόνο στα λόγια της.

«Βλέπεις αυτά τα σιδερένια δέντρα με τα ολόισια κλαδιά που φτάνουν μέχρι την Αθήνα; Είναι οι πυλώνες του Σιούφα κι όχι μοντέρνα γλυπτική που συμβολίζει τα όμορφά σου κέρατα. Μεταφέρουν φωτιά και κεραυνούς, και δεν έχω όρεξη να γίνουμε όλοι παρανάλωμα αν πεταχτεί από εκεί καμιά σπίθα», της έλεγε η νυφίτσα, καχύποπτη μέχρι τέλους, και της ανακοίνωνε την απόφασή της να μεταφερθεί κι αυτή βορειότερα. Κι η καλλίπυγος ελαφίνα τής γύρισε τα οπίσθιά της, βέβαιη για τη γοητεία και αυτής της πλευράς της.

Όταν ο πρώτος καπνός εισέβαλε στα ρουθούνια της, πίστεψε ότι ήταν τα μπάρμπεκιου των θαυμαστών της. Όταν οι πρώτες φλόγες τσουρούφλισαν την ουρά της, υπέθεσε ότι άρχισαν τα έργα υποδομής για την αξιοποίηση του δρυμού. Όταν χάθηκε εντελώς ανάμεσα στη φωτιά, τα πυκνά σύννεφα καπνού και τη στάχτη, σκέφτηκε ότι οι θαυμαστές της είχαν βρει τον πιο ριζικό τρόπο για να περάσει στην αθανασία ως βασίλισσα του δάσους. Ύστερα, έγινε φωτογραφία. Γκρίζα, πεσμένη στο έδαφος και τυμπανιαία. Μνημείο real estate και δημιουργικής καταστροφής».

ΚΙΜΠΙ

1 comment:

  1. Δεν μου λές σύντροφε, θυμάσαι να κλίνεις το σύμπλεγμα επιθέτου και ουσιαστικού «η άρρην έλαφος» ;
    Η έλαφος του Αισώπου, θέλω να 'πω, μπορεί να ήταν και αρσενικό ελάφι.

    Ωραία έμμετρη απόδοση αρκετών μύθων του Αισώπου έχει κάνει ο Πέτρος Αγγελόπουλος (εκδ. Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων) Ιδού δείγμα πλαγίως σχετικό και με το θέμα σου :

    Έλατο και βάτος

    Με περηφάνεια ο έλατος
    μια μέρα λέει του βάτου :
    «Για πες μου φίλε, τη ζωή
    τι τηνε θες δω κάτου,
    αφού το βλέπεις πως ποτέ
    δεν ωφελείς κανένα·
    δεν βλέπεις τάχα εμένα ;
    Όμορφος είμαι κι αψηλός
    και χρήσιμο στοιχείο
    από τις στέγες των ναών
    μέχρι το κάθε πλοίο».
    Κι ο βάτος τ' αποκρίνεται :
    «Φίλε, μιλάς με φούρια·
    τα πριόνια μόνο να σκεφτείς
    και τα φριχτά τσεκούρια
    που θα σε κομματιάσουν,
    θάθελες βάτος νάσουν!»

    Κι ένα τελευταίο : Έλα να σου δείξω πού μπορείς να αγοράσεις ελάφια για να τα απελευθερώσεις σε χώρο που θα βρεις. Ελάφια υπάρχουν, χώροι δεν υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να καταπατώνται εφ' όσον αυτός που τους έχει δεν αμείβεται για να τους διατηρεί κενούς. Πρέπει να μπεί φόρος στα χτισμένα και να αποδίδεται σε όσους έχουν άχτιστα (και το κράτος έχει πολλά άχτιστα).

    ReplyDelete