Monday, October 22, 2007

Ιππίας ιππεύς ιππογέρανος (20/10/2007)

…Ουφ. Ξεμούδιασα λιγάκι. Δεν είναι λίγο να στέκεσαι μαρμαρωμένος- κυριολεκτικά- 2.500 χρόνια στο ίδιο μέρος. Σταθείτε. Θα το υπολογίσω με ακρίβεια. Είναι 2.438 χρόνια και 6 μήνες – πρέπει να ήταν Μάιος, είχε απίστευτη ζέστη, όταν ο Φειδίας έδωσε το τελικό ΟΚ για τα γλυπτά της ζωφόρου. Ξέρετε, εμείς καθυστερήσαμε πέντε χρόνια σε σχέση με τα εγκαίνια του Παρθενώνα. Για φανταστείτε, λοιπόν, να στέκεσαι ασάλευτος, εκτεθειμένος στο κρύο, στους καύσωνες, στη σκόνη, στα καυσαέρια 2.438 χρόνια. Εξ όσων θυμάμαι, οι μόνες κινήσεις που έκανα τα χρόνια αυτά ήταν μερικές ανεπαίσθητες ταλαντώσεις από τους σεισμούς -δεν ξέρω πόσους, αμέτρητους, αλλά δεν έχει σημασία-, μια τρομακτική δόνηση από τον βομβαρδισμό του Μοροζίνι κι ύστερα, εκείνη τη φοβερή ταλαιπωρία με τα πελέκια και τα πριόνια του Έλγιν. Ανατριχιάζω μόνο που το σκέπτομαι. Παρά τρίχα τη γλίτωσα.

Τώρα, ξεμούδιασα, λιγάκι. Ξέρετε, το πεντελικό το μάρμαρο είναι σκληρό υλικό, δεν είναι σαν το παριανό που σου επιτρέπει, έστω, μια ψευδαίσθηση κίνησης. Πώς ένιωσα; Ιππογέρανος, που θα ’λεγε κι ο Αριστοφάνης. Βέβαια, για άλλους γερανούς μιλούσε ο ποιητής, αλλά δεν έχει σημασία. Θα μας έκανε φοβερή πλάκα, αν ζούσε τώρα και μας έβλεπε εγκιβωτισμένους και αιωρούμενους. Δεν είμαι κλειστοφοβικός ούτε υψοφοβικός, αλλά για να πω την αλήθεια, δεν αισθάνθηκα και πολύ άνετα αιωρούμενος στα 60 μέτρα πάνω από το έδαφος, μεταξύ Ακρόπολης και Μουσείου. Μπορεί η τεχνολογία της εποχής μου να ήταν πρωτόγονη, αλλά ήταν αξιόπιστη. Μ’ εσάς, για να πω την αλήθεια, κρατάω τις επιφυλάξεις μου. Τέλος πάντων, τέλος καλό, όλα καλά. Με άφησαν απαλά, σχεδόν τρυφερά στο έδαφος.

Τι αγένεια! Ξέχασα να σας συστηθώ. Ιππίας, Ιππεύς. Το πρώτο είναι το όνομα, το δεύτερο η τάξη. Αυτή τη στιγμή δεν είμαι παρά ένα κομμάτι μάρμαρο. Στην εποχή μου ήμουν ένας ζωηρός νέος, που πέρασα τα τριάντα χρόνια μου ανάμεσα στην αγορά, στα εργαστήρια του Φειδία ως μοντέλο (έλεγαν ότι ήμουν κούκλος), στα γυμναστήρια, στα ιπποδρόμια (όχι αλογομούρης, βέβαια) και στον πόλεμο. Τα ξέρετε αυτά. Και ως ιππεύς αντιλαμβάνεστε ότι ήμουν ένας εκλεκτός εκπρόσωπος της μεσαίας αριστοκρατίας. Μεσοχωρίτης κι εγώ, καλή ώρα σαν κι εσάς.

Μ’ αρέσει το Μουσείο, φαντάζομαι ότι θα βολευτώ εδώ. Έχει διαφάνεια και ταιριάζει στην κουλτούρα της εποχής μου. Στα χρόνια μου το γυαλί ήταν κάτι σπάνιο, αλλά η διαφάνεια καθόλου. Δεν καταλαβαίνω, βέβαια, πολλά από την αρχιτεκτονική σας, τα υλικά μου είναι ολότελα ξένα, παράξενα, αλλά τουλάχιστον αυτό το κτίριο έχει ένα χαρακτήρα. Καμιά σχέση με τα εκτρώματα που αντίκριζα από τον Βράχο. Πώς το λέτε εσείς το σύστημα; Αντιπαροχή; Να το χαίρεστε!

Τα είδα όλα από κει πάνω. Πώς έγινε έτσι η Αθήνα; Το λέω πραγματικά με θλίψη. Όση θλίψη μπορεί να περικλείει ένα κομμάτι μάρμαρο. Σας βλέπω να περιφέρεστε κατά εκατομμύρια μέσα στα αυτοκίνητά σας, νευρικοί και ταλαιπωρημένοι, σας βλέπω μελαγχολικούς μέσα στα γραφεία σας, άλλοτε θορυβώδεις στις διασκεδάσεις σας και τα βράδια σιωπηλούς στα σαλόνια σας, μπροστά στην τηλεόραση. Πόσο μελαγχολική είναι η δημοκρατία σας! – κάποιος το είπε αυτό, μου διαφεύγει το όνομα, πρέπει να είναι βάρβαρος. Η δική μας δημοκρατία ήταν χαρούμενη, σχεδόν διονυσιακή. Δεν ξέρω καν αν αυτό που αποκαλείτε εσείς δημοκρατία είχε σχέση μ’ αυτό που ζήσαμε εμείς. Εγώ, για παράδειγμα, που δεν ήμουν δα και κανένας πολιτικοποιημένος, το διασκέδαζα αφάνταστα να μαζευόμαστε στην Πνύκα, να μπλοκάρουμε νομοσχέδια, να εξοστρακίζουμε πολιτικούς ακριβώς τη στιγμή που ένιωθαν ακατανίκητοι. Είχε μεγάλη πλάκα να βλέπεις τις φάτσες τους! Γιατί, βλέπετε, κι εμείς δεν είχαμε τίποτε διαμάντια πολιτικούς. Ίσα ίσα, υπήρχαν πολλά κουμάσια, λαμόγια που λέτε κι εσείς, ανάμεσά τους. Αλλά τη διαφορά την κάναμε εμείς. Ο Δήμος. Ξέρετε τι είναι να μαζεύονται 20.000-25.000 άτομα κάθε μήνα και ν’ αποφασίζουν για τα πάντα; Τρομερή δύναμη! Άσε δε τη Βουλή – ευτυχώς δεν κληρώθηκα ποτέ, μου φαινόταν απίστευτη ταλαιπωρία.

Δεν λέω, είχαμε τις αβάντες μας. Είχαμε τους δούλους που έκαναν τις βρομοδουλειές, τις γυναίκες να μαζεύουν το σπίτι, τους παιδονόμους να μας μαζεύουν τα παιδιά, τους μετοίκους να οργώνουν τα χωράφια, να δουλεύουν στις βιοτεχνίες, να μεταφέρουν όλο τον παραγωγικό πλούτο από και προς την Αθήνα. Αλλά κι εσείς δεν νομίζω ότι υστερείτε σ’ αυτό. Έχετε ένα σωρό ξένους να σας κάνουν τις χοντροδουλειές… Ω, δεν μπορώ ν’ ακούω δικαιολογίες. «Η Ελλάδα είναι μια μικρή και φτωχή χώρα» κ.λπ. Αυτά είναι πολύ «πασέ». Τα λέγατε και πριν από σαράντα χρόνια. Κι επιτέλους, αποφασίστε αν είστε οι κατατρεγμένοι της γης ή ο ομφαλός της. Εμείς πάντως είχαμε αποφασίσει σαφώς το δεύτερο. Είμαστε κοσμοπολίτες, ίσως και λίγο ιμπεριαλιστές και ζήσαμε κι εμείς τη δική μας παγκοσμιοποίηση. Για σκεφτείτε το. Όλη η Μεσόγειος μια αγορά. Τα πιθάρια με τα λάδια μας φτάναν στην Αίγυπτο, στην Ερυθρά, στη Μεσοποταμία. Εντάξει, η δική σας παγκοσμιοποίηση είναι πολύ πιο άγρια, αλλά κάθε εποχή έχει τις μορφές της και τις διαστάσεις της. Στο κάτω κάτω εμείς ήμασταν 500.000 μαζί με τους δούλους και σήμερα εσείς είστε 5 εκατομμύρια, για να μιλήσω μόνο για την Αθήνα. Ποιοι είναι δούλοι, ποιοι πολίτες ανάμεσά σας, δεν μπορώ να το διακρίνω με βεβαιότητα. Βλέπω μόνο ότι η σχέση σας με την πολιτική είναι πολύ χαλαρή.

Δεν μπορώ να σας καταλάβω. Πώς αφήνετε την εξουσία να αισθάνεται τόσο ισχυρή, τόσο αδιάφορη για τη δική σας ισχύ; Έμαθα και μια καινούργια λέξη από σας: «νταβατζήδες», έτσι δεν λέτε τους προαγωγούς; Σε μας οι εταίρες με τους κροκωτούς τους μανδύες ήταν απολύτως ελεύθερες και αυτοδιάθετες. Αλλά υποθέτω ότι τη λέξη δεν τη χρησιμοποιείτε πια για τις εταίρες. Λοιπόν, πού είναι το πρόβλημα; Ότι δεν έχετε βρει μια ισορροπία ανάμεσα στην αγορά και τη δημοκρατία σας; Εμείς δεν είχαμε τέτοιο πρόβλημα. Μπορεί να μην καταφέραμε να εξαλείψουμε το χάσμα πλουσίων και φτωχών, αλλά φροντίζαμε να μην συγκεντρωθεί ποτέ η πολιτική ισχύς στα χέρια των πρώτων. Και για σχεδόν δύο αιώνες νομίζω πως καλά τα πήγαμε. Έπειτα, ήρθαν οι Μακεδόνες. Ας όψονται.

Λοιπόν, αυτό είναι το πρώτο μυστικό. Δεν επιτρέψαμε ποτέ η οικονομική δύναμη να ταυτιστεί με την πολιτική. Οκέι, η οικονομική ισχύς δική τους, η πολιτική δική μας (τώρα, μιλάω σε πρώτο πληθυντικό, αλλά εγώ και η οικογένειά μου, ως Ιππείς και Μεσοχωρίτες, δεν είμαι σίγουρος πότε ήμασταν στην πλευρά των πλούσιων και πότε των φτωχών. Πότε πάνω, πότε κάτω. Κάτι σε κοινωνικό κέντρο, που λέτε κι εσείς). Αλλ’ αυτό απαιτούσε και κάποιο κόπο. Δεν ήταν απλό να έρχεσαι από την άλλη άκρη της Αττικής, πότε με άλογο, πότε με τα πόδια, μια για τη συνέλευση, μια για τη Βουλή, μια για την Ηλιαία. Εσείς έχετε κάθε μέσο, όλη την τεχνολογία για να κάνετε την άμεση δημοκρατία παιχνίδι. Έχετε την ψηφιακή σας τεχνολογία, δεν έχω καταλάβει πώς ακριβώς λειτουργεί. Σας αρκεί το πάτημα ενός κουμπιού για να παίρνετε μιαν απόφαση κάθε εβδομάδα, κι ας είστε εκατομμύρια. Κι όμως, αρκείστε σε μια ψηφοφορία κάθε τέσσερα χρόνια. Και μυστική. Γιατί μυστική; Από ποιον θέλετε να κρυφτείτε; Και πώς εμπιστεύεστε να σας εκπροσωπούν οι ίδιοι άνθρωποι για τέσσερα ολόκληρα χρόνια; Φλύκταινες βγάζω. Να φοβάστε τους εκπροσώπους και τους διαμεσολαβητές. Κανείς δεν μπορεί να σας εκπροσωπήσει καλύτερα από τους εαυτούς σας. Η αδύναμη και φοβισμένη εξουσία είναι πάντα καλύτερη από την ισχυρή και αναιδή. Και μη μου πείτε ότι πληρώσαμε την ανοικτή και άμεση δημοκρατία μας με περιορισμένη ισχύ της πόλης μας. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι η Αθήνα ήταν η οικονομική υπερδύναμη της Μεσογείου στα χρόνια μου;

Τώρα, θα επιστρέψω στη μαρμάρινη σιωπή μου. Ωραία είναι εδώ στο Μουσείο. Έχει πολύ φως, καθαρή ατμόσφαιρα, κι ας είναι τεχνητή. Ήμουν πολύ αυστηρός μαζί σας; Μη με παρεξηγείτε. Ίσως είναι το νεαρόν της ηλικίας, η πολλή δίψα για ζωή που δεν πρόλαβε να εκτονωθεί. Πέθανα στα 24, δυο χρόνια αφότου θαύμασα τον εαυτό μου σαν γλυπτό στη δυτική ζωφόρο του Παρθενώνα. Ήταν στην πολιορκία του Αρχίδαμου. Τι απίστευτη βλακεία, και για μας και για τους Σπαρτιάτες…

1 comment:

  1. Η γνώση της Ιστορίας είναι το καλύτερο εργαλείο της πολιτικής. Αλίμονο οι περισσότεροι πολιτικοί δεν ασχολούνται μαζί της.

    ReplyDelete