Monday, February 2, 2009

Ο εγγυημένος καπιταλισμός του κάμπου (31/1/2009)

Πόσα «τέλη» του καπιταλισμού έχετε καταγράψει στην ατζέντα της κρίσης τους τελευταίους μήνες; Πέντε, δέκα; Γενικώς, γίνονται φιλότιμες προσπάθειες εκθεμελίωσης του οικονομικού πολιτισμού μας από τους πάντες. Το κράτος επέστρεψε από την οικονομική εξορία. Οι κρατικοποιήσεις και οι εθνικοποιήσεις δεν είναι πια απαγορευμένες λέξεις. Το κέρδος έχει καταστεί ύποπτο. Η απελευθερωμένη αγορά έχει γίνει συνώνυμο της καταστροφής. Η ρύθμιση έχει εκτοπίσει και την απορύθμιση και την αυτορύθμιση, Η απληστία της επιχειρηματικής ελίτ και της νομενκλατούρας του μάνατζμεντ έχει καταδικαστεί ηθικά και ελέγχεται ακόμη και νομικά. Τα golden boys είναι τα μισά υπόδικα και τα άλλα μισά υπόλογα στους μετόχους. Τα τείχη των εθνικών αγορών αναστηλώνονται. Οι πολιτικοί επιχειρούν να ανακτήσουν τη χαμένη αξιοπρέπεια του καπιταλισμού. Και οι ιδεολόγοι της αγοράς αναρωτιούνται για τη μορφή του μετα-καπιταλισμού που θα αναδυθεί από τις στάχτες της ύφεσης.

Απ’ όλα τα «τέλη» του καπιταλισμού εγώ επιλέγω το έσχατο, που είναι και εγχώριο. Έτσι, από πατριωτισμό, κι ας κινδυνεύω να συγκαταλεγώ στη λίστα των εθνικών ρουφιάνων. Γιατί είναι ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης (υποθέτω όχι μόνος, αλλά με συνεργούς τους ομοτράπεζους του οικονομικού διευθυντηρίου) που έγραψε το πιο μεταμοντέρνο, πιο τρέντι τέλος του καπιταλισμού της αγοράς. Ο κ. Χατζηγάκης, στην προσπάθειά του να διαρρήξει τα μπλόκα των αγροτών στις εθνικές οδούς, επανέλαβε δυο και τρεις φορές ενώπιον του πανελληνίου ραδιοτηλεοπτικού ακροατηρίου ότι τα 500 εκατομμύρια ευρώ που δίνονται είναι αποζημιώσεις και δεν αντίκεινται στην κοινοτική νομοθεσία. Μας έκλεισε το μάτι. Και επέπληξε προκαταβολικά όσους τόλμησαν ή πρόκειται να αποτολμήσουν την αμφισβήτηση του επιχειρήματος περίπου ως εθνικούς μειοδότες. Διότι το πατριωτικό καθήκον επιβάλλει να καταστούμε όλοι συνένοχοι στο συλλογικό ψεύδος που θα πουλήσουμε στους κουτόφραγκους των Βρυξελών ότι τα χρήματα αυτά, αποσπασμένα από τις τσέπες των φορολογουμένων, δεν είναι κρατικές, εισοδηματικές ενισχύσεις στους αναξιοπαθούντες αγρότες, αλλά απλές επανορθώσεις για ζημίες που έχουν υποστεί. Και, ο.κ., δεν έχω καμία αντίρρηση να ξεγελάσουμε τους ευρωκράτες αν είναι να παραβιάσουμε το κουρέλι που λέγεται Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο είναι συνένοχο του εγκλήματος της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης και της ύφεσης. Αλλά ας το κάνουμε με θράσος και τσαμπουκά, όχι στα μουλωχτά. Ας το κάνουμε για όλους τους κλάδους, για όλα τα κοινωνικά στρώματα, για όλες της διαστάσεις της οικονομικής πολιτικής που επιβάλλουν την επανεθνικοποίησή της. Αν περιμένουμε πότε θα συμφωνήσουν οι ευρωκράτες με τους μετα-φιλελεύθερους του Ομπάμα και τους μετα-κομμουνιστές του Ζιμπάο στη νέα παγκόσμια υπερύθμιση των αγορών, θα έχουμε στο μεταξύ χρεοκοπήσει ως χώρα και ως άτομα.

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι το επιχείρημα του κ. Χατζηγάκη (άρα και του κ. Σουφλιά και του κ. Παπαθανασίου) ότι οι εισοδηματικές απώλειες των αγροτών είναι αποτέλεσμα «έκτακτων ζημιογόνων γεγονότων» είναι απολύτως αληθινό. Ας το υποστηρίξουμε με θέρμη και ας μην τους «δώσουμε» στις Βρυξέλες. Αλλά, για να είμαστε δίκαιοι, ας επεκτείνουμε το επιχείρημα σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Ποιο είναι το ζημιογόνο γεγονός που έπληξε φέτος τα έσοδα των αγροτών; Οι διακυμάνσεις της αγοράς. Η οποία βασίζεται στον ατυχή νόμο «ό,τι ανεβαίνει, κατεβαίνει». Πέρσι τέτοιο καιρό προβλέπαμε περίπου ένα παγκόσμιο λιμό λόγω της εκτίναξης των τιμών αγροτικών προϊόντων που διαπραγματεύονται στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Τώρα οι τιμές έχουν κατολισθήσει. Συνέβη, δηλαδή, ότι η αγορά έκανε τη δουλειά που κάνει εδώ και αιώνες. Ανέβασε τις τιμές στα ύψη, φούσκωσε τα χαρτοφυλάκια των κερδοσκόπων, άφησε και κάτι στα εισοδήματα των αγροτών. Αλλά η αγορά δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Δεν είναι χαλάζι, δεν είναι χιόνι, δεν είναι παγετός, δεν είναι ξηρασία. Είναι ένας αναρχικός μηχανισμός όπου συναντώνται οι προσδοκίες αντικρουόμενων δυνάμεων και στρωμάτων που θέλουν να αποκομίσουν από κάθε συναλλαγή το μέγιστο δυνατό όφελος. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της συνάντησης (ή σύγκρουσης) είναι και η τιμή του προϊόντος. Ακόμη και ο ισχυρότερος μηχανισμός ελέγχου δεν μπορεί να αποτρέψει τις βασικές ροπές. Η τιμή θα πέσει, θα μείνει για λίγο σχετικά σταθερή, θ’ ανέβει. Κι ο φαύλος κύκλος θα συνεχιστεί, αφήνοντας πίσω οικονομικά πτώματα αλλά και γεμάτα πορτοφόλια.

Αν οι καμπές του οικονομικού κύκλου και οι αντανακλάσεις του στις τιμές, τις αποδόσεις των αξιών, στα κέρδη, στα εισοδήματα αναχθούν εξ ορισμού στις έννοιες των «ζημιογόνων γεγονότων» (ή των «ευεργετικών γεγονότων»), δηλαδή των φυσικών φαινομένων, τότε δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται η αγορά. Και προσωπικά δεν έχω καμιά αντίρρηση επ’ αυτού. Το κράτος, ως μοναδική οικονομική οντότητα που θα εκτίθεται σε κινδύνους, θα αναλαμβάνει να εγγυηθεί ένα ελάχιστο σταθερό εισόδημα, μία σχετικά σταθερή τιμή, ένα σχετικά σταθερό ποσοστό κέρδους, έναν σχετικά σταθερό μισθό και γενικώς να επανορθώνει ό,τι αποκλίνει απ’ αυτά λόγω «ζημιογόνων γεγονότων». Η αόρατος χειρ της αγοράς (που έμεινε πλέον ανάπηρη, κουλή, αν όχι και ακρωτηριασμένη) θα αντικατασταθεί από την ορατή, μακρά χείρα του κράτους. Το αποτέλεσμα, βέβαια, θα είναι ότι τελικά όλοι θα γίνουμε υπάλληλοι του κράτους. Επομένως το πεδίο πάλης θα μετατοπιστεί στους κοινωνικούς, ταξικούς ρόλους: αν το κράτος εγγυάται με τον ίδιο ζήλο το μισθό του εργαζόμενου και τα κέρδη του εργοδότη του, τι λόγους έχει ο μισθωτός να μείνει εργαζόμενος αντί να γίνει κι αυτός επιχειρηματίας;

Ουδεμία αντίρρηση λοιπόν, στο πλαίσιο του νέου οικονομικού πατριωτισμού, να συμβάλλουμε στο συλλογικό ψεύδος των «ζημιογόνων γεγονότων» που κτύπησαν σαν παγετός ή ακρίδα το εισόδημα των παραγωγών και να βάλλουμε πλάτη στην οικοδόμηση του μετα-νεοφιλελεύθερου κρατικού καπιταλισμού. Υπό τον όρο, όμως, ότι θα τύχουμε όλοι ανάλογης μεταχείρισης. Διότι, προφανώς, νομιμοποιούνται κι άλλοι να στήσουν μπλόκα και να διεκδικήσουν αποζημιώσεις για τη θεομηνία της ύφεσης. Μετά τους αγρότες, μπορεί να ακολουθήσουν οι ξενοδόχοι που περιμένουν με δέος ένα μίνι κραχ στις κρατήσεις θέσεων. Μετά τους ξενοδόχους, οι έμποροι που δεν θα βγάλουν τα σπασμένα της ισχνής κατανάλωσης από τις εκπτώσεις. Μετά τους εμπόρους όλοι οι μικρομεσαίοι που βλέπουν τις παραγγελίες να ωχριούν. Μετά τους μικρομεσαίους οι βιομήχανοι, οι εργολάβοι, οι νταβατζήδες, οι εκδότες. Και μετά τους εκδότες (τους κανονικούς), οι εκδότες εκδιδομένων γυναικών που θα δουν κι αυτοί τους τζίρους τους στο ναδίρ, γιατί η ύφεση εκτός από το εισόδημα ρίχνει και την λίμπιντο. Ακόμη και τα λαμόγια δικαιούνται αναπλήρωση των διαφυγόντων κερδών από μίζες που δεν δόθηκαν λόγω κρίσης. Και μετά, αν προλάβουν και ό,τι προλάβουν οι μισθωτοί και οι άνεργοι και οι συνταξιούχοι. Ποιος θα λείψει, άλλωστε, απ’ αυτή την ατέλειωτη ουρά των αναξιοπαθούντων της κρίσης όταν στην κορυφή της έχουν τεθεί πρώτοι και καλύτεροι οι τραπεζίτες ως τα πρώτα, απόλυτα και πιο γενναιόδωρα αποζημιούμενα θύματα των «έκτακτων ζημιογόνων γεγονότων»;

Υποθέτω ότι το «Διευθυντήριο» είναι σε ετοιμότητα να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων αυτών, όχι μόνον γιατί το απαιτούν οι ανάγκες του εκλογικού κύκλου και οι αγωνίες για την ψαλίδα των δημοσκοπήσεων (η οποία δεν διορθώνεται στο κομμωτήριο). Αλλά και γιατί το κόστος αυτού του νεοπαγούς εγγυημένου καπιταλισμού του κάμπου (επωνυμία τιμής ένεκεν, για τους αγρότες στους οποίους τον οφείλουμε και για τους αλλοδαπούς που καλλιεργούν τα χωράφια τους) θα το αναλάβουν οι ηλίθιοι φορολογούμενοι – τα θλιβερά υποζύγια του χρέους και των ελλειμμάτων, μισθωτοί κατά κανόνα, που δεν έχουν ευκαιρία ούτε στο ευεργέτημα της φοροδιαφυγής. Γι’ αυτούς, το μόνο «ζημιογόνο γεγονός», σταθερό και διόλου έκτακτο, αποδεικνύεται η επαχθής σχέση τους με το κράτος. Ζημιογόνα και όταν το κράτος αποσύρεται από το οικονομικό προσκήνιο υπέρ νταβατζήδων, καταστροφική και όταν αποφασίζει να γίνει ο συλλογικός καπιταλιστής, ο νταβατζής των νταβατζήδων.

1 comment:

  1. Σε δυσκολους καιρους η ψηφος πληρωνεται οσο οσο.

    ReplyDelete